ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΣ ΠΑΪΚΟΣ (1835-1837 & 1857-1866) *
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Γόνος παλαιάς και πλούσιας οικογένειας, σπούδασε Νομικά στην Πίζα της Ιταλίας. Μετά τις νομικές σπουδές του δικηγόρησε στη Βιέννη και συνέχισε τις σπουδές του στις Πολιτικές Επιστήμες. Κατά την από μηνός Απριλίου 1789 αναφορά του επικεφαλής της Τψηλής Αστυνομίας της Αυστρίας κόμη φον Πέργκεν προς τον βασιληά Φραγκίσκο, έμπορος με το επώνυμο Πάϊκος ζούσε στην Τεργέστη και Βιέννη, ανήκε στον όμιλο του Ρήγα Βελεστινλή και συμμετείχε στις προσπάθειες του Ρήγα για την προετοιμασία της επανάστασης κατά της τουρκικής τυραννίας1.
Η έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης τον βρήκε στη Μολδοβλαχία. Ακολούθησε τον Δημ. Υψηλάντη και το 1821 ήλθε στην Ελλάδα. Έλαβε μέρος στον αγώνα της απελευθέρωσης και τραυματίστηκε. Διέθεσε σημαντικά χρηματικά ποσά για την αγορά και μεταφορά στην Ελλάδα πολεμοφοδίων για τον αγώνα2. Κατά τον Δ.Γ. Δημητρακάκη3 «…ίδών ότι ό βίος των Ελλήνων τότε ήτο ταλαιπωρημένος και είχε κινδύνους άνεχώρησεν άμέσως διά την Ίταλίαν, έπανήλθεν δέ μέγας και πολύς νομικός».
Μετά τη λήξη του αγώνα επανήλθε στην Ελλάδα με τον Κυβερνήτη, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και δικηγόρησε. Είχε ορισθεί μέλος του δικαστηρίου που θα δίκαζε τους Κολοκοτρώνη-Πλαπούτα αλλά αντικαταστάθηκε πριν την έναρξη της δίκης. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Αρχαιολογικής Εταιρείας. Ενώ υπηρετούσε ως Πρόεδρος του Ανεκκλήτου Δικαστηρίου του Μεσολογγίου, με το από 1 (13) Ιανουαρίου 1835 Διάταγμα, διορίζεται (πρώτος) Εισαγγελεύς του Αρείου Πάγου και υπηρετεί μέχρι τον Απρίλιο 1837.
Κατά την απουσία του Όθωνος από την Ελλάδα (Μάιο 1836 έως Φεβρουάριο 1837) ο Armamsperg, με το από 15 Ιανουαρίου 1837 Διάταγμα, τον διόρισε καθηγητή της Σχολής Δικαστικών και Πολιτικών Επιστημών και πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών. Τον αντικατέστησε όμως ο Όθων, όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, Κατά μήνα Σεπτέμβριο 1836 μετέχει επιτροπής για την τροποποίηση του Γαλλικού Πολιτικού Κώδικος «… διά νά έφαρμοσθη εις την Ελλάδα»4. Ήταν πρόσωπο ρωσικής επιρροής και ανήκε στο κόμμα των Ναπαίων5. Διετέλεσε Υπουργός Δικαιοσύνης κατά τα έτη 1837-1841.
Κατά το φθινόπωρο 1837 η εφημερίδα του Κωνσταντίνου Λεβίδη «Έλπίς» επέκρινε την Κυβέρνηση. Τα ανάκτορα εξέδωσαν Β.Δ. για τη σύλληψη του Κωνσταντίνου Λεβίδη αλλά ο Πάικος, ως Υπουργός Δικαιοσύνης, αρνήθηκε να το εκτελέσει.
Το έτος 1838 πρότεινε τη σύσταση ειδικών στρατοδικείων που θα δίκαζαν τις υποθέσεις ληστείας διότι οι απαιτήσεις της τακτικής διαδικασίας σπάνια επέτρεπαν καταδίκη6. Επίσης, διατέλεσε προσωρινώς Υπουργός Εξωτερικών7 και Βασιλικού Οίκου (1840-1841), Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως και πάλι Δικαιοσύνης και Εξωτερικών (1851-1854). Το έτος 1857 διορίζεται και πάλι Εισαγγελεύς του Αρείου Πάγου και υπηρετεί έως το 1866.
* βλ. “Η Εισαγγελία” του Παναγιώτη Γ.Δημόπουλου, Εισαγγελεύς του Αρείου Πάγου ε.τ. , β΄έκδοση σελ.154